Traduction: du grec sur l'anglais
- Du grec sur:
- Toutes les langues
- Allemand
- Anglais
- Russe
ἱέρ-ευσις
-
1 ἱέρευσις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἱέρευσις
-
2 Ιέρ'
-
3 ιέρ'
ἱερά̱, ἱεράserpent: fem nom /voc /acc dualἱερά̱, ἱεράserpent: fem nom /voc sg (attic doric aeolic)ἱεραί, ἱεράserpent: fem nom /voc plἱεραί, ἱεραίfilled with: fem nom /voc plἱερά̱, ἱερήfem nom /voc /acc dualἱερά̱, ἱερήfem nom /voc sg (attic doric aeolic)ἱεραί, ἱερήfem nom /voc plἱερί, ἱερίςpriestess: fem voc sgἱερά, ἱερόνneut nom /voc /acc plἱερά, ἱερόςfilled with: neut nom /voc /acc plἱερά̱, ἱερόςfilled with: fem nom /voc /acc dualἱερά̱, ἱερόςfilled with: fem nom /voc sg (attic doric aeolic)ἱερά, ἱερόςfilled with: neut nom /voc /acc plἱερέ, ἱερόςfilled with: masc voc sgἱερέ, ἱερόςfilled with: masc /fem voc sgἱεραί, ἱερόςfilled with: fem nom /voc pl -
4 ἄφαρ
1 at once, immediatelyπέμπε δράκοντας ἄφαρ N. 1.40
λαιψηροῖς δὲ πόδεσσιν ἄφαρ ἐξικέσθαν N. 10.63
Ἰλίου δὲ θῆκεν ἄφαρ ὀψιτέραν ἅλωσιν sc. Apollo, by slaying Achilles Πα... ἔκλαγξέ θ' ἱερ[]δαιμόνιον κέαρ ὀλοαῖσι στοναχαῖς ἄφαρ Πα. 8A. 13. ὁ δ' ἄφ[αρ π]λεκ- τόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (supp. Lobel) fr. 169. 26. -
5 ἱερός
ῐερός (-όν, -οί, -ῶν, -οῖς; -ᾶς, -ᾷ, -άν, -αῖς, -αῖσι(ν); -ῷ, -όν, -ῶν, -οῖς: superl. - ώτατον nom., voc., acc.: ἱερ- thrice.)1 of persons, venerated holy ἄτερθε δὲ πρὸ δωμάτων ἕτεροι λαχόντες Ἀίδαν βασιλέες ἱεροὶ ἐντί the dead kings of Cyrene P. 5.97 νόσοι δ' οὔτε γῆρας οὐλόμενον κέκραται ἱερᾷ γενεᾷ the Hyperboreans P. 10.42 Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε ( θέμιν flagitavit Wil.) P. 11.9 Σπαρτῶν ἱερὸν γένος ἀνδρῶν ὑμνήσομεν; fr. 29. 2. εὐάρματε χρυσοχίτων ἱερώτατον ἄγαλμα Θήβα fr. 195.2 of things,a of places, as being of religious interest. ἱερὸν ἔσχον οἴκημα Akragas O. 2.9 ἱερὰν νᾶσον Thera P. 4.6 “ Ταίναρον εἰς ἱερὰν” P. 4.44ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53
[ τανδιεραν = ? ταν διεραν, fr. 33a.] ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὑπὲρ πόντιον Ἕλλας πόρον ἱερόν ( ἱρόν Snell.) fr. 189.b of festivals, sanctuaries, as honouring or belonging to the gods.ἐξ ἱερῶν ἀέθλων O. 8.64
ἱεροῖς ἐν ἀέθλοις O. 13.15
ἱερῶν ἀγώνων (Er. Schmid e Σ: ἱερᾶν codd.) N. 2.4ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59
ἔκρυψαν τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον the third temple of Apollo at DelphiΠα... Τυν]δαριδᾶν ἱερῷ [τεμέ]νει Pae. 18.1
c ἔλαφον, ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ Ὀρθωσίᾳ ἔγραψεν ἱεράν consecrated O. 3.30Ἰάσων δραπὼν ἱερὸν εὐζοίας ἄωτον P. 4.131
κλάροισι θεοπροπέων ἱεροῖς P. 4.190
“κρυπταὶ κλαίδες ἐντὶ σοφᾶς Πειθοῦς ἱερᾶν φιλοτάτων, Φοῖβε” divine love-affairs P. 9.39 ἀλλ ἐγὼ τᾶς ἕκατι κηρὸς ὣς δαχθεὶς ἕλᾳ ἱερᾶν μελισσᾶν τάκομαι ( ἕλᾳ ἱρᾶν Bergk: ἐλεηρὰν codd., “un être vivant, qui présente un aspect mysterieux” van Groningen: v. μέλισσα) fr. 123. 11. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις τέρπεται (Boeckh: ἱεραῖς codd.: i. e. priestesses of Demeter: v. μέλισσα) fr. 158. κεκρότηται χρυσέα κρηπὶς ἱεραῖσιν ἀοιδαῖς fr. 194. 1.d dub. & frag. [ νότιον θέρος ὕδατι ζακότῳ ἱερόν (codd. Dion. Hal. contra metr.: ῥέον Schr.)Πα.. 1.] ]ν σθένος ἱεράν[ Pae. 3.93
]οις τερφθὲν ἱαροῖς[ (cf. σκιαρός) ?fr. 338. 6.3 n. pl. pro subs., sacrificeτεῦξαν δ' ἀπύροις ἱεροῖς ἄλσος ἐν ἀκροπόλει O. 7.48
ζαθέων ἱερῶν ἐπώνυμε πάτερ (sc. Ἱέρων) fr. 105. 2. -
6 κέαρ
1 heart as seat of the feelings.θεὸς εἴη ἀπήμων κέαρ P. 10.22
τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ ἀτρόποισι Νεοπτόλεμον ἑλκύσαι ἔπεσι N. 7.102
τὸ δ' ἐμόν, οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν, κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.20
ἔκλαγξέ θ' ἱερ[ ] δαιμόνιον κέαρ ὀλοαῖσι στοναχαῖς of Kassandra Πα. 8A. 11. -
7 κλάζω
1 cry out of prophecy (v. Fraenkel on Agam. 156.) ἔκλαγξέ θ' ἱερ[ ] δαιμόνιον κέαρ ὀλοαῖσι στοναχαῖς ἄφαρ, καὶ τοιᾷδε κορυφᾷ σάμαινεν λόγων of Kassandra? Πα. 8A. 10. ]πικρο[τά]ταν κλάγεν ἀγγε[λία]ν ζαμενε[ fr. 169. 34. in tmesis, “ ἐπί οἱ ἔκλαγξε βροντάν” v.ἐπικλάζω P. 4.23
-
8 ὀλοός
-
9 σπεύδω
a be in hasteΠελίας ἵκετο σπεύδων P. 4.95
σπεύδοντ, ἔκλαγξέ θ' ἱερ[ Πα. 8A, 10.b be eager (for)κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.12
φαινομέναν δ' ἄῤ ἐς ἄταν σπεῦδεν ὅμιλος ἱκέσθαι N. 9.21
c. acc.,μή, φίλα ψυχά, βίον ἀθάνατον σπεῦδε P. 3.62
καὶ μηκέτι μακροτέραν σπεύδειν ἀρετάν I. 4.13
c frag. ]ροτοι σπευδ[ Δ. 4. 22. -
10 στοναχά
1 groanθερμὰ δὴ τέγγων δάκρυα στοναχαῖς N. 10.75
ἔκλαγξέ θ' ἱερ[ ] δαιμόνιον κέαρ ὀλοαῖσι στοναχαῖς ἄφαρ Πα. 8A. 12. ἐν δὲ Ναίδων ἐρίγδουποι στοναχαὶ μανίαι τ' ἀλαλαί τ ὀρίνεται Δ. 2. 12. -
11 Βάκχευσις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Βάκχευσις
-
12 βούλευσις
II as [dialect] Att. law-term,2 wrongful retention on the list of state debtors of the name of one who has paid his debt, D.25.28 and 73, Arist.Ath.59.3.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βούλευσις
-
13 γοήτευσις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γοήτευσις
-
14 δεκάτευσις
A decimation, D.H.1.24.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δεκάτευσις
-
15 δήμευσις
A confiscation of property,θάνατον ἢ φυγὴν ἢ δ. χρημάτων IG12.101.7
, cf. Pl.Prt. 325c (pl.), D.17.15; δ. alone, Arist. Pol. 1298a6;δημεύσει τῶν ὑπαρχόντων ζημιοῦν D.21.43
;τῆς οὐσίης SIG167.26
(Mylasa, iv B. C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δήμευσις
-
16 διαγόρευσις
A declaration, Porph. ap. Stob.2.8.42.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαγόρευσις
-
17 διακόρευσις
A = διακόρησις, Sor.1.25, al.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διακόρευσις
-
18 διαπαρθένευσις
A deflowering of a maiden, Hdn.Epim. 20.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαπαρθένευσις
-
19 διαπόρευσις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαπόρευσις
-
20 διαπρέσβευσις
A = διαπρεσβεία, App.Gall.18 (pl.);ἐς ἀλλήλους Id.Syr.2
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαπρέσβευσις